- φουσιδίνη
- η, Ν(φαρμ.) τριτερπενικό οξύ που απομονώθηκε από τον μύκητα Fusidium coccineum και τού οποίου το νατριούχο άλας χρησιμοποιείται ως αντιβιοτικό κατά τών σταφυλόκοκκων.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. fucidine].
Dictionary of Greek. 2013.